«Η θέληση να δώσω ένα χέρι βοηθείας ήταν μέσα μου, σιωπηλή. Ως τη στιγμή που με ρώτησε ένας φίλος αν ήθελα να έρθω στην Αθήνα για να φτιάξω τα δόντια ενός χανσενικού. Αμέσως ένιωσα κάτι που ταίριαζε με την εσωτερική μου λύρα- θα μπορούσα να πω “παρόρμηση», αλλά τη λέξη “λύρα” τη νιώθω πιο σωστή. Και ήρθα τον Οκτώβριο του 1972 για πρώτη φορά...». |
Αύριο, ώρα 11.00, ο Δρ. Γκριβέλ, γνωστός για τα φιλελληνικά του αισθήματα, βραβευμένος από την Ακαδημία Αθηνών και τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, θα επισκεφθεί τα Εκπαιδευτήρια Γείτονα και θα μιλήσει στα παιδιά μας για την κοινωφελή του δράση σε Ελλάδα και Αφρική.
Νεαρός οδοντίατρος, είχε αποφασίσει να ταλαντευτεί ανάμεσα στην ασφάλεια μιας καλοστημένης ζωής και στην ακροβασία: την επαφή με ανθρώπους ακρωτηριασμένους, ξεχασμένους στην άκρη της μακρινής για εκείνον Αθήνας, στο Λοιμωδών της Αγίας Βαρβάρας. Άνθρωποι οι οποίοι με τον ερχομό του πίστεψαν σε θαύματα, από αυτά που γίνονται ακόμη και σε μια οδοντιατρική καρέκλα. Και για 26 χρόνια πηγαινοερχόταν Ελβετία- Ελλάδα, πάντα με την ίδια «ζωντάνια», έχοντας δύο ζωές: «Πολύ διαφορετικές, αλλά συμπληρωματικές μεταξύ τους» θα πει.
«Και στις δύο αυτές ζωές είχα την ικανοποίηση να προσφέρω πολλά χαμόγελα». Στη βραβευμένη από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης διατριβή του «Η νόσος του Χάνσεν στην Ελλάδα και στην Κρήτη κατά τον εικοστό Αιώνα»(εκδ. Κοινοτική Επιχείρηση Ανάπτυξης Ελούντας, Ελούντα 2002), έχει την απάντηση στην απορία του: τον καλεί το «ραντεβού με τις βάσεις της ζωής». φιλέματα κρητικά τυριά και σπιτικές λεμονάδες με γεύση δυνατή που έμενε στον ουρανίσκο ώσπου να φτάσει στη Γενεύη.
Από την Αγία Βαρβάρα σταμάτησε οριστικά το 1998, αλλά κάθε φορά που βρίσκεται στην Αθήνα επισκέπτεται καμιά σαρανταριά ασθενείς οι οποίοι μένουν ακόμη στο νοσοκομείο και τον γνωρίζουν και με το ελληνικό του όνομα: Ιουλιανός. «Έρχομαι στην Ελλαδίτσα μας όσο γίνεται πιο συχνά, συνήθως τρεις φορές τον χρόνο. Νιώθω ότι σε μια προηγούμενη ζωή έζησα στην Ελλάδα ή στην Κρήτη, τόσο καλά αισθάνομαι. Αλλά στην παρούσα ζωή έχω ένα μεγαλύτερο κοινωνικό δίκτυο στη Γενεύη και μπορώ να εκφράσω τις ιδέες μου καλύτερα, στη γλώσσα μου. Προς το παρόν, βέβαια, διότι στην επόμενη ζωή θα εγκατασταθώ κοντά σας» λέει. Έχει μόλις γυρίσει από το πρόσφατο ταξίδι του στην Κρήτη και τα άπταιστα- ελληνικά του έχουν κάτι από την κρητική λαλιά. «Κάθε φορά που μπαίνω στο αεροπλάνο για να πετάξω ως εσάς νιώθω την ίδια συγκίνηση» θα πει.
«Ο πρώτος ασθενής μου ήταν ο Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης, ένας κύριος “ζωντανός», ευθυτενής, αξιοπρεπής. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση όχι μόνον με το στιγματισμένο κορμί του, αλλά ιδίως με τη συμπεριφορά του. Μία απίστευτη δύναμη ακτινοβολούσε από αυτόν τον ακρωτηριασμένο άνθρωπο. Ήταν τυφλός 25 χρόνια όταν τον συνάντησα. Γι’ αυτό αποκαλούσε τη διακριτική γυναίκα του, η οποία όμως ήταν πάντα δίπλα του “λυχνάρι μου”. Σε εκείνη την πρώτη επαφή μας τον ακολούθησα στο “σπίτι” του, ένα καλύβι στον περίβολο του νοσοκομείου. Μου έδωσε ένα κρητικό μαχαίρι και με κέρασε μία ρακή με μέλι ζεστό που με βοήθησε να χαλαρώσω λίγο...».
Η οικογένεια Γκριβέλ σύναψε δεσμούς φιλίας με Έλληνες χανσενικούς σαν τον μακαρίτη τον Μανώλη Φουντουλάκη. «Με τον μπάρμπα Μανώλη είχαμε μια μακρά φιλία, σχεδόν 40 χρόνων. Ήταν σαν τον Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη, ένα πρόσωπο, μια φωνή, ένας ακούραστος μαχητικός άνθρωπος. Έχει αντέξει πολλά σε όλη του τη ζωή και όμως μου είπε μία μέρα στο κελί του στην Αθήνα: “Ξέρεις, Ζουλιέν, με αυτές τις δοκιμασίες βγαίνει όμορφα σμιλευμένη η ψυχή του ανθρώπου”. Μου έμαθε τη σοφία του. Πλάι στους χανσενικούς που έχουν ζήσει στη σκιά της ζωής έμαθα το κουράγιο, την πίστη, την επιείκειά τους. Μου έχουν μάθει να μη λαμβάνω υπόψη τις λεπτομέρειες της ζωής. Αισθάνομαι την ψυχή μου πιο ανάλαφρη. Υποκλίνομαι μπροστά τους με απέραντο σεβασμό».
- Δεν φοβηθήκατε μήπως κολλήσετε;
«Ποτέ δεν ένιωσα παράξενα. Αλλά όταν μοιραζόμαστε με αδελφοσύνη, όλα είναι πιο απλά. Επιπλέον, πρέπει να ξέρουμε ότι από την ενηλικίωση η νόσος του Χάνσεν (η λέπρα) δεν είναι εύκολα μεταδοτική, επειδή οι ενήλικοι διαθέτουν ανοσοποιητικό σύστημα ικανό για να καταπολεμήσει την αρρώστια. Να σημειώσω επίσης ότι σήμερα, με τα πολύ αποτελεσματικά φάρμακα που υπάρχουν, η λέπρα είναι μία αρρώστια σαν οποιαδήποτε άλλη».
- Τι σας δίδαξαν;
«Η μεγαλύτερη, η πιο "πλούσια" εμπειρία όλης μου της ζωής ήταν η συνάντηση με μία σιωπηλή, κρυφή, υπόγεια Ελλάδα. Μία πονεμένη Ελλάδα. Μία κοινότητα με εσωτερική ομορφιά, της οποίας η μοίρα ήταν σφυρηλατημένη στο καμίνι της κόλασης. Και πώς την αγαπώ... Είναι αυτή η πλουσιότερη πείρα της ζωής μου. Είναι η περιουσία μου. Το κουράγιο, ο αγώνας, η αξιοπρέπεια, η πνευματική τους διάσταση, η απίστευτη δύναμη αυτών των ανθρώπων έχουν ακτινοβολήσει το δρόμο μου».