Η πρώτη γνώση που έπρεπε να κατακτήσω ήταν να εξοικειωθώ με τον εξοπλισμό του εργαστηρίου και κυρίως με τα εξειδικευμένα οπτικά μικροσκόπια φθορισμού και τις πολυκάναλες πιπέττες. Η παρακολούθηση των πειραμάτων ήταν μια απίστευτη εμπειρία, ωστόσο, καταλαβαίνετε ποια ήταν η ηθική μου ικανοποίηση, όταν πραγματοποίησα απομόνωση DNA από κύτταρα βακτηρίων και κάθετη ηλεκτροφόρηση γέλης, για να μετρήσω τη συγκέντρωσή του! Στη συνέχεια, μου ανέθεσαν να παρατηρώ πώς ξεκινά η αυτοφαγία (παρατηρώντας κάποιες «τελίτσες» που εμφανίζονται και ονομάζονται puncta), αλλά και να μπορώ να ξεχωρίζω ποιο αντίσωμα επηρεάζει το μονοπάτι της αυτοφαγίας του κυττάρου. Έτσι, διαιρούσα και καλλιεργούσα τα «κύτταρα μου» (201s και HEKs) αφού σιγουρευόμουν, κάθε μέρα, ότι είχαν τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και βρίσκονταν σε κατάλληλες συνθήκες γιατί, διαφορετικά, θα πέθαιναν. Είχα λοιπόν την ευθύνη αλλά και την ικανοποίηση της εκπλήρωσης της ευθύνης για «τα κύτταρά μου», ενώ παράλληλα έπρεπε να φροντίζω ναμη μολυνθούν αυτά ή να μη μεταφερθεί οποιαδήποτε μόλυνση στον πάγκο που δουλεύαμε όλοι. Μετά από μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο ήμουν στη θέση να μοιράζομαι τα «κύτταρα μου» μαζί με άλλους επιστήμονες. Κάποια στιγμή, μάλιστα, αφέθηκανσε «κατάσταση λιμοκτονίας», προκειμένου με τη χρήση φορμαλδεΰδης να σταματήσουν να κουνιούνται και να γίνουν ορατά στο μικροσκόπιο φθορισμού. Η πρωτεϊνη που μπορούσαμε να διακρίνουμε αντίδραση «κατάσταση λιμοκτονίας» ήταν η DFP-DFCP1, πρωτεΐνη που είναι γενετικά μεταλλαγμένη, για να έχει την φωσφορίζουσα αυτή ιδιότητα. Στη συνέχεια προσέθεσα και ένα αντίσωμα που ονομάζεται WIPI2, για να ερευνήσω αν αυτό μαζί με την πρωτεϊνη εμφανίζονται στον ίδιο χώρο, αλλά σε διαφορετικά μήκη κύματος του μικροσκοπίου. Με αυτόν τον τρόπο οι επιστήμονες καταφέρνουν να μάθουν ποια αντισώματα επηρεάζουν το μονοπάτι. Με παρόμοιο τρόπο διαφορετικά φάρμακα μπορούν να χρησιμοποιηθούν, ώστε αυτή η γνώση να μπορέσει να χρησιμοποιηθεί για την θεραπεία μιας συγκεκριμένης ασθένειας.
Τα αποτελέσματα και οι παρατήρησεις μου δεν είχαν ποσοτικό χαρακτήρα, καθώς, στο πεδίο της έρευνας αυτής, οι επιστήμονες ενδιαφέρονται κυρίως για την αντίδραση και την ποιότητα σε πρώτο στάδιο. Το αντίσωμα μου είχε εμφανιστεί στον ίδιο χώρο με την φωσφορίζουσα πρωτεΐνη, δίνοντας μας την ευκαιρία να σκεφτούμε ποια άλλα αντισώματα θα είχαν το ίδιο αποτέλεσμα, αλλά και αν υπάρχει κάποια βιολογική ή χημική σύνδεση μεταξύ τους που θα μας βοηθούσε να τα κατηγοριοποιήσουμε. Πέρα από τις πιο πάνω αυστηρά επιστημονικές γνώσεις, συνειδητοποίησα ότι, παρά το αδιανόητα μικρό μέγεθος του κυττάρου ενός εμβρυικού ανθρώπινου νεφρού, αυτό συμπεριφέρεται ακριβώς όπως ένας άνθρωπος, 100.000 μεγαλύτερος από αυτό, συνειδητοποίηση που άλλαξε και τον τρόπο που βλέπω κι αντιλαμβάνομαι τη γνώση και την επιστήμη. Εργαζόμενη στο Ινστιτούτο έμενα μόνη μου, κι η εμπειρία αυτή του να φροντίζω τον εαυτό μου και το «σπίτι» μου, στην Αγγλία, για 3 εβδομάδες, επικοινωνώντας μόνο με ανθρώπους που ενδιαφέρονται για την επιστήμη, ολοκλήρωσε ένα κομμάτι των επαγγελματικών ονείρων μου, των επιδιώξεών μου και της πίστης μου, τόσο στις προσωπικές μου δυνάμεις όσο και στους δεσμούς αλληλεγγύης και σεβασμού που αναπτύσοονται ανάμεσα στους ανθρώπους. Εργαζόμενη στο Ινστιτούτο, είδα το «όνειρό μου» να γίνεται πραγματικότητα και αυτός είναι ο λόγος που θα ενθάρρυνα οποιονδήποτε να δοκιμάσει το επάγγελμα που του αρέσει κυρίως, επειδή αυτό θα ήταν το καλύτερο κίνητρο, για να επικεντρωθεί στις σπουδές του και να οραματιστεί την προσωπική του ολοκλήρωση. Όσον αφορά το ρατσισμό, που μου είχαν πει ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσω, λόγω της εθνικότητας μου, ή την αμφισβήτηση λόγω της έλλειψης γνώσεων και εξαιτίας της μικρής μου ηλικίας μου, αυτό που προσωπικά βίωσα ήταν, αντίθετα, ο σεβασμός κι ο θαυμασμός: επειδή, από την πρώτη έως την τελευταία μέρα, ήθελα και προσπαθούσα να είμαι συνεπής κι επαρκής. Με άλλα λόγια αυτή η εμπειρία ήταν ένα μάθημα ζωής. Εξάλλου στην επιστήμη και στη ζωή γνωρίζουμε ότι τίποτα δεν είναι έτσι όπως αρχικά φαίνεται».